Η Πανελλήνια Ομοσπονδία Σιδηροδρομικών Μαζί με τα σωματεία εργαζομένων της ΤΡΑΙΝΟΣΕ κατέθεσε αίτηση ακύρωσης της απόφασης ένταξης της ΤΡΑΙΝΟΣΕ στο ΤΑΙΠΕΔ. Ολόκληρο το κείμενο της αίτησης ακύρωσης.
Προς
το Συμβούλιο της Επικρατείας
Αίτηση
Ακύρωσης
Της δευτεροβάθμιας
συνδικαλιστικής οργάνωσης με την επωνυμία «ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΑ
ΟΜΟΣΠΟΝΔΙΑ ΣΙΔΗΡΟΔΡΟΜΙΚΩΝ (Π.Ο.Σ.)», που εδρεύει στην Αθήνα, οδός Κάνιγγος 6,
όπως εκπροσωπείται νόμιμα.
2. Της
πρωτοβάθμιας συνδικαλιστικής οργάνωσης με την επωνυμία
«ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΑ ΕΝΩΣΗ ΠΡΟΣΩΠΙΚΟΥ ΕΛΞΗΣ Ο.Σ.Ε. », που εδρεύει στον Πειραιά,
οδός Ομ. Σκυλίτση 19, όπως εκπροσωπείται νόμιμα.
3. Της
πρωτοβάθμιας συνδικαλιστικής οργάνωσης με την επωνυμία «ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΑ
ΕΝΩΣΗ ΠΡΟΣΩΠΙΚΟΥ ΤΡΑΙΝΟΣΕ (ΠΕΠ-ΤΡΑΙΝΟΣΕ)», που εδρεύει στον Πειραιά, οδός Ομ.
Σκυλίτση 19, όπως εκπροσωπείται νόμιμα.
4. Της
πρωτοβάθμιας συνδικαλιστικής οργάνωσης με την επωνυμία
«ΣΥΛΛΟΓΟΣ ΕΡΓΑΖΟΜΕΝΩΝ ΠΡΟΑΣΤΙΑΚΟΥ ΣΙΔΗΡΟΔΡΟΜΟΥ», που εδρεύει στην Αθήνα , οδός
Καρόλου 1, όπως εκπροσωπείται νόμιμα.
Κατά
Του ελληνικού
δημοσίου, όπως εκπροσωπείται νόμιμα από τους Υπουργούς Οικονομικών, Ανάπτυξης,
Ανταγωνιστικότητας και Ναυτιλίας, Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής
Αλλαγής, Υποδομών, Μεταφορών και Δικτύων και Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης,
και Πολιτισμού και Τουρισμού
Για την ακύρωση
Της υπ’ αριθμ. 232
Απόφασης της Διυπουργικής Επιτροπής Αναδιαρθρώσεων και Αποκρατικοποιήσεων (ΦΕΚ
Β' 803/05/04/2013) για τη Μεταφορά στην Ανώνυμη Εταιρεία «ΤΑΜΕΙΟ ΑΞΙΟΠΟΙΗΣΗΣ
ΙΔΙΩΤΙΚΗΣ ΠΕΡΙΟΥΣΙΑΣ ΤΟΥ ΔΗΜΟΣΙΟΥ Α.Ε.» περιουσιακών στοιχείων του Δημοσίου
κατά τις διατάξεις του Ν. 3986/2011 (ΦΕΚ Α 152).
Α- Ιστορικό και
Έννομο συμφέρον
Με το άρθρο μόνο της
προσβαλλομένης πράξης μεταβιβάζονται και περιέρχονται κατά πλήρη κυριότητα και
χωρίς αντάλλαγμα στην Ανώνυμη Εταιρεία με την επωνυμία ΤΑΜΕΙΟ ΑΞΙΟΠΟΙΗΣΗΣ
ΙΔΙΩΤΙΚΗΣ ΠΕΡΙΟΥΣΙΑΣ ΤΟΥ ΔΗΜΟΣΙΟΥ δυο εκατομμύρια εκατόν τριάντα χιλιάδες
τετρακόσιες τριάντα τέσσερις (2130.434) μετοχές, μετά των δικαιωμάτων ψήφου που
αυτές ενσωματώνουν, της εταιρίας «ΤΡΑΙΝΟΣΕ ΜΕΤΑΦΟΡΕΣ ΜΕΤΑΦΟΡΙΚΕΣ ΥΠΗΡΕΣΙΕΣ
ΕΠΙΒΑΤΩΝ ΚΑΙ ΦΟΡΤΙΟΥ ΑΝΩΝΥΜΗ ΣΙΔΗΡΟΔΡΟΜΙΚΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ», κυριότητας του Δημοσίου,
οι οποίες αντιστοιχούν σε ποσοστό 100% επί του μετοχικού της κεφαλαίου και
περιλαμβάνονται στο Πρόγραμμα Αποκρατικοποιήσεων του Μεσοπρόθεσμου Πλαισίου
Δημοσιονομικής Στρατηγικής 2012-2015 (Ν. 3985/2010, ΦΕΚ Α 151), όπως αυτό
επικαιροποιήθηκε με το Ν. 4046/2012 (ΦΕΚ Α 28).
Ενόψει των παραπάνω
το έννομο συμφέρον μας για την άσκηση αίτησης ακύρωσης κατά της πράξης αυτής
συνίσταται στα εξής:
Είμαστε οι αιτούσες
συνδικαλιστικές οργανώσεις του ν.1264/1982, η πρώτη δευτεροβάθμια, στη δύναμη
της οποίας είναι μέλη η δεύτερη, τρίτη και τέταρτη, πρωτοβάθμιες
συνδικαλιστικές οργανώσεις – σωματεία, τα οποία έχουν μέλη το σύνολο του
προσωπικού της ΤΡΑΙΝΟΣΕ Α.Ε.
Αποτελεί για εμάς
αυτοτελή σκοπό η υπεράσπιση της δημόσιας υπηρεσίας των συγκοινωνιών και
του σιδηροδρόμου, ειδικότερα. Είναι για μας καταστατική αρχή
«η συμβολή στη βελτίωση της οργάνωσης και απόδοσης των σιδηροδρομικών για την
καλύτερη συγκοινωνιακή εξυπηρέτηση του Ελληνικού Λαού» (Καταστατικό άρθρο 2
παρ. 10 της ΠΟΣ) και γενικότερα η διατήρηση του δημόσιου και κοινωνικού
χαρακτήρα των ελληνικών σιδηροδρόμων (Απόφαση του 33ουΠανσιδηροδρομικού
Συνεδρίου».
Ενόψει της πλήρους
ιδιωτικοποίησης και της μεταβολής της νομικής φύσης της εταιρίας ΤΡΑΙΝΟΣΕ
βλάπτονται άμεσα από την πρώτη προσβαλλόμενη πράξη τα εργασιακά συμφέροντα των
μελών μας. Συγκεκριμένα, η άμεση αλλαγή των κανονισμών εργασίας με
στόχο τον περιορισμό του μισθολογικού κόστους, η κατάργηση της διευκόλυνσης
μεταφοράς του προσωπικού και των συνταξιούχων σιδηροδρομικών, οι
απολύσεις εργαζομένων με πολυετή υπηρεσία που βρίσκονται στην
τελευταία περίοδο της εργασιακής τους ζωής αλλά δεν έχουν ακόμη συμπληρώσει
τις προϋποθέσεις συνταξιοδότησης και η αντικατάστασή τους με νεώτερους με
πολύ χαμηλούς μισθούς εργαζόμενους, είναι απόλυτα συνδεδεμένες με την
ιδιωτικοποίηση της ΤΡΑΙΝΟΣΕ και πλήττουν ουσιαστικά εργασιακά, ασφαλιστικά και
οικονομικά συμφέροντα του προσωπικού .
Β-
Λόγοι ακύρωσης
Σύμφωνα
με τα παραπάνω, παραδεκτά, εμπρόθεσμα και με έννομο συμφέρον ασκούμε την αίτηση
ακύρωσης μας αυτή, για τους παρακάτω νόμιμους και βάσιμους λόγους και για
όσους προσθέσουμε στο μέλλον.
1.
Λόγω αντίθεσης στα άρθρα 26 και 43 του Συντάγματος (άσκηση πρωτογενούς
νομοθετικής εξουσίας από την διοίκηση).
Κατά
το άρθρο 26 του Συντάγματος η νομοθετική λειτουργία ασκείται από τη Βουλή και
τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας. Προβλέπεται μεν, σύμφωνα με το άρθρο 43 του
Συντάγματος, παροχή νομοθετικής εξουσιοδότησης προς την εκτελεστική εξουσία,
αλλά αυτό προϋποθέτει ότι ο εξουσιοδοτικός νόμος περιέχει, όχι απλά τον καθ’
ύλη προσδιορισμό του αντικειμένου της εξουσιοδότησης, αλλά επιπλέον και την
ουσιαστική του ρύθμιση, έστω σε γενικό, ορισμένο, όμως, πλαίσιο, σύμφωνα προς
το οποίο θα ενεργήσει η διοίκηση (βλ. αντί πολλών Ολομ. ΣτΕ 2815/2004).
Η
προσβαλλομένη επικαλείται ως νομική βάση στο προοίμιο της το επικαιροποιημένο
«Πρόγραμμα Αποκρατικοποιήσεων», το οποίο περιελήφθη ως Παράρτημα IV στο
Μνημόνιο Οικονομικής και Χρηματοπιστωτικής Πολιτικής του Μνημονίου Συνεννόησης μεταξύ
της Ελληνικής Δημοκρατίας, της Ευρωπαϊκής Επιτροπής και της Τράπεζας της
Ελλάδος, σχέδιο του οποίου εγκρίθηκε με την παράγραφο 2 του άρθρου 1 του Ν.
4046/2012 «Έγκριση των Σχεδίων Συμβάσεων Χρηματοδοτικής Διευκόλυνσης μεταξύ του
Ευρωπαϊκού Ταμείου Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας (Ε.Τ.Χ.Σ.), της Ελληνικής
Δημοκρατίας και της Τράπεζας της Ελλάδος, του Σχεδίου του Μνημονίου Συνεννόησης
μεταξύ της Ελληνικής Δημοκρατίας, της Ευρωπαϊκής Επιτροπής και της Τράπεζας της
Ελλάδος και άλλες επείγουσες διατάξεις για τη μείωση του δημοσίου χρέους και τη
διάσωση της εθνικής οικονομίας» (ΦΕΚ Α 28).
Όμως,
ο νόμος 4046/2012 δεν προέβλεψε στις κανονιστικές του ρυθμίσεις τίποτα σχετικό
με το υπό κρίση θέμα, ούτε έθεσε το πλαίσιο και τις γενικές κατευθύνσεις υπό
τις οποίες καλείται να ενεργήσει η διοίκηση. Η έγκριση από αυτόν του
επικαιροποιημένου «Προγράμματος Αποκρατικοποιήσεων», το οποίο περιελήφθη ως
Παράρτημα IV στο Μνημόνιο Οικονομικής και Χρηματοπιστωτικής Πολιτικής του
Μνημονίου Συνεννόησης δεν μπορεί να θεωρηθεί ότι καλύπτει το εν λόγω κενό. Και
τούτο, διότι τα «Μνημόνια» δεν περιέχουν κανόνες δικαίου, αλλά απλές
προγραμματικές διακηρύξεις και από τη φύση τους δεν μπορούν να αποτελέσουν την
βάση κανονιστικής δέσμευσης, παρά την παραπομπή σε αυτά του νόμου. Για την ταυτότητα
του νομικού λόγου το ίδιο ισχύει και για το Μεσοπρόθεσμο Πλαίσιο Δημοσιονομικής
Στρατηγικής 2012-2015, στο οποίο αναφέρεται το σώμα της προσβαλλομενης πράξης
και το οποίο εγκρίθηκε με το Ν. 3985/2010, ΦΕΚ Α 151), και
επικαιροποιήθηκε με το Ν. 4046/2012 (ΦΕΚ Α 28). Συνεπώς, η απλή παραπομπή σε
προγραμματικά κείμενα δεν αρκεί για να μεταβληθούν αυτά από προγράμματα σε
κανόνες δικαίου.
Το
ότι τα Μνημόνια αποτελούν «Πρόγραμμα» κρίθηκε ειδικότερα με την απόφαση
668/2012 της Ολομέλειας επί του πρώτου Μνημονίου, και δη στη σκέψη 28, ως εξής
(επί λέξει): «το Μνημόνιο δεν αναγνωρίζει αρμοδιότητες σε όργανα διεθνών
οργανισμών ούτε θεσπίζει άλλους κανόνες δικαίου και δεν έχει άμεση
εφαρμογή, αλλά, για να πραγματοποιηθούν οι εξαγγελλόμενες με αυτό
πολιτικές, πρέπει να εκδοθούν σχετικές πράξεις από τα αρμόδια, κατά το
Σύνταγμα, όργανα του Ελληνικού Κράτους (νόμοι ή κανονιστικές διοικητικές
πράξεις κατ' εξουσιοδότηση νόμου.» (πρβλ. σχετικά Γ.
Κατρούγκαλου, Memoranda sunt servanda?.
Η συνταγματικότητα του ν. 3548/2010 και του Μνημονίου για τα μέτρα εφαρμογής
των συμφωνιών με το ΔΝΤ, την ΕΕ και την ΕΚΤ, ΕΔΔ 2/2020. 113, Α. Μανιτάκη,Τα
συνταγματικά ζητήματα του Μνημονίου ενόψει μοιρασμένης κρατικής κυριαρχίας και
επιτηρούμενης δημοσιονομικής πολιτικής, www.constitutionalism.gr, κατά τον οποίο, επί λέξει: (το πρώτο
μνημόνιο) «ως κείμενο με πολιτικο-ηθική και όχι νομική δεσμευτικότητα δεν
επιδεχόταν πρόσκτηση τυπικής ισχύος νόμου, αλλά μόνον μορφή αιτιολογικής
έκθεσης του νόμου στον οποίο προσαρτάτο»).
Συνεπώς,
με την προσβαλλομένη πράξη η διοίκηση νομοθέτησε πρωτογενώς, κατά παράβαση του
άρθρο 43 του Συντάγματος ως προς την λήψη της απόφασης συγκεκριμένης για τη
συγκεκριμένη αποκρατικοποίηση και μάλιστα σε συνταγματικά προστατευόμενο τομέα
ρύθμισης, ενόψει του άρθρου 106 του Συντάγματος (βλ. σχετικά και τον λόγο
ακύρωσης 4, ως προς τη μη συνταγματικότητα της νομοθετικής εξουσιοδότησης του
άρθρου 48 παρ. 1 του ν. 3871/2010 βλ. τον αμέσως επόμενο λόγο 2).
Κατά
συνέπεια, η προσβαλλόμενη πράξη εκδόθηκε από την διοίκηση κατά νόσφιση
νομοθετικής εξουσίας σε αντίθεση με τα άρθρα 26 και 43 παρ. 2 του Συντάγματος
και πρέπει, για το λόγο αυτό, να ακυρωθεί.
2. Λόγω αντίθεσης στο άρθρο 43 παρ. 2, εδ.β του Συντάγματος
(αντισυνταγματική εξουσιοδότηση για έκδοση Υπουργικής Απόφασης αντί
κανονιστικού προεδρικού διατάγματος)
Σύμφωνα με το άρθρο
48 παρ. 1 του ν. 3871/2010, όπως ισχύει, προβλέφθηκαν τα εξής:
«1. Η
Διυπουργική Επιτροπή Αποκρατικοποιήσεων (Δ.Ε.Α.) δύναται να αποφασίζει
την αξιοποίηση, συμπεριλαμβανομένης και της μεταβίβασης, περιουσιακών
στοιχείων του Δημοσίου, εφαρμοζομένων αναλογικά των διατάξεων του ν.
3049/2002. Επίσης, το Δημόσιο, μετά από σχετική απόφαση της Δ.Ε.Α.,
δύναται να ιδρύει ημεδαπές εταιρίες είτε ως μόνος μέτοχος ή εταίρος είτε
από κοινού με οποιαδήποτε νομικά πρόσωπα, οι οποίες θα δύνανται να
προβαίνουν στην απόκτηση περιουσιακών στοιχείων του Δημοσίου. Στην έννοια
του περιουσιακού στοιχείου περιλαμβάνονται ιδίως κινητά ή ακίνητα
πράγματα, κάθε είδους εμπράγματα, ενοχικά ή εν γένει περιουσιακής φύσεως
δικαιώματα, δικαιώματα διαχείρισης και εκμετάλλευσης, κεκτημένα
οικονομικά συμφέροντα, άυλα δικαιώματα, όπως ενδεικτικά βιομηχανικής
ιδιοκτησίας και πνευματικά δικαιώματα "καθώς και δικαιώματα
παραγωγής, διαχείρισης, λειτουργίας και προβολής κρατικών
λαχείων." (Οι εντός" " λέξεις στο τέλος της παρ.1
προστέθηκαν με το άρθρο 23 παράγραφος 9 Ν.3965/2011,ΦΕΚ Α
113/18.5.2011).»
Περαιτέρω, με το ν
3986/2011 προβλέφθηκε ότι στο Ταμείο Αξιοποίησης της Ιδιωτικής Περιουσίας του
Δημοσίου (ΤΑΙΠΕΔ) μεταβιβάζονται και περιέρχονται, χωρίς Αντάλλαγμα: α)
Κατά πλήρη κυριότητα, κινητές αξίες εταιρειών από αυτές που περιλαμβάνονται στο
Πρόγραμμα Αποκρατικοποιήσεων του Μεσοπρόθεσμου Πλαισίου Δημοσιονομικής
Στρατηγικής 2012 - 2015 του άρθρου 6Α του ν. 2362/1995 (Α` 247).
Η
νομοθετική αυτή εξουσιοδότηση είναι, σε κάθε περίπτωση, αντίθετη με τις
διατάξεις του άρθρου 43 παρ. 2 εδ. β του Συντάγματος, με την οποία
παρέχεται στον κοινό νομοθέτη το δικαίωμα να μεταβιβάζει την αρμοδιότητά του
προς θέσπιση κανόνων δικαίου στην εκτελεστική εξουσία, κατ’ αρχήν προς τον
Πρόεδρο της Δημοκρατίας. Στο εδάφιο β’ της παρ. 2 του άρθρου 43 του Συντάγματος
προβλέπονται οι όροι υπό τους οποίους και άλλα όργανα της διοίκησης, πλην του
Προέδρου της Δημοκρατίας, μπορούν να εκδίδουν κατ’ εξουσιοδότηση κανονιστικές
πράξεις και τα όρια εντός των οποίων μπορεί να ασκείται η εξουσία αυτή, ως
εξής: «…Εξουσιοδότηση για έκδοση κανονιστικών πράξεων από άλλα όργανα
της διοίκησης επιτρέπεται προκειμένου να ρυθμιστούν ειδικά θέματα ή θέματα με
τοπικό ενδιαφέρον ή με χαρακτήρα τεχνικό ή λεπτομερειακό..».
Συνεπώς,
με τις διατάξεις του άρθρου 43 παρ. 2 του Συντάγματος μόνον κατ’ εξαίρεση,
επιτρέπεται να ορισθούν ως φορείς της κατ΄ εξουσιοδότηση ασκούμενης νομοθετικής
αρμοδιότητος και άλλα πλην του Προέδρου της Δημοκρατίας, όργανα της Διοικήσεως
εφόσον πρόκειται για ειδικότερα θέματα ή θέματα με τοπικό ενδιαφέρον ή
χαρακτήρα τεχνικό ή λεπτομερειακό (βλ.ΣτΕ 1892/2010 Ολομ., 3973/2009 Ολομ.). Ως
«ειδικότερα» θέματα, για τη ρύθμιση των οποίων επιτρέπεται η νομοθετική
εξουσιοδότηση σε άλλα πλην του Προέδρου της Δημοκρατίας όργανα της Διοικήσεως,
νοούνται μερικότερες περιπτώσεις θεμάτων που ρυθμίζονται ήδη στον νόμο σε
γενικό έστω, αλλά πάντως ορισμένο πλαίσιο (βλ. ΣτΕ Ολομ. 1692/2010, Ολομ.
125/2009, Ολομ. 4025/1998), πράγμα που δεν συμβαίνει με την προσβαλλομένη.
Όμως,
όπως προαναφέρθηκε, δεν υφίσταται σε τυπικό νόμο καμιά απόφαση για ολική ιδιωτικοποίηση
της ΤΡΑΙΝΟΣΕ, και είναι πρόδηλο ότι το υπό κρίση ζήτημα δεν είναι θέμα με
τοπικό ενδιαφέρον ή με χαρακτήρα τεχνικό ή λεπτομερειακό. Συνεπώς, ακόμη και
εάν θεωρηθεί ότι είναι ανεκτή η παροχή νομοθετικής εξουσιοδότησης για παρόμοιο
θέμα, και πάλι αυτή θα έπρεπε να δοθεί προς τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας και όχι
προς την κανονιστικά δρώσα διοίκηση, και επομένως η προσβαλλομένη πρέπει να
ακυρωθεί.
3.
Λόγω παράβασης ουσιώδους τύπου (παραβίαση του άρθρου 29 Α του ν. 1558/1985)
Η προσβαλλομένη έχει
χαρακτήρα κανονιστικής και όχι ατομικής πράξης, στο βαθμό που μεταβάλλει για το
μέλλον, με αντικειμενικό και απρόσωπο τρόπο, το νομικό χαρακτήρα της ΤΡΑΙΝΟΣΕ
από δημόσια επιχείρηση (ΔΕΚΟ) σε αποκλειστικά και μόνον ιδιωτική επιχείρηση.
Κατά το άρθρο 29 Α
του ν. 1558/1985, όπως έχει τροποποιηθεί και ισχύει, έχει προβλεφθεί ως
ουσιώδης τύπος για κάθε κανονιστική πράξη η αναγραφή στο προοίμιό της του
μεγέθους της δαπάνης που η θέσπισή της συνεπάγεται, επί ποινή ακυρότητας της,
εκτός εάν προδήλως δεν συνεπάγεται η εν λόγω πράξη οικονομική επιβάρυνση (βλ.
σχετικά ΣτΕ (Ολομέλεια) 3217-8/2003, πρβλ. ΣτΕ 1770/2011, 216/2011).
Στο προοίμιο της
παρούσας δεν υπάρχει μνεία ότι προκαλείται δαπάνη σε βάρος του κρατικού
προϋπολογισμού. Όμως, με το άρθρο 23 παρ.2 Ν.3965/2011 προβλέφθηκε ότι τα έσοδα
από την αποκρατικοποίηση και αξιοποίηση των επιχειρήσεων και των λοιπών
περιουσιακών στοιχείων των εταίρων των οποίων οι μετοχές μεταβιβάζονται στο
Ταμείο προορίζονται αποκλειστικά για τη μείωση του δημόσιου χρέους. Συνεπώς,
δεδομένου ότι το δημόσιο θα στερηθεί πλήρως τα έσοδα που απεκόμιζε από την
ένδικη εταιρία, ως αποκλειστικός μέτοχος, προκύπτει απώλεια εσόδων, άρα δαπάνη
για τον κρατικό προϋπολογισμό και η προσβαλλομένη, κρίνοντας διαφορετικά,
κατέστη ακυρωτέα.
4.
Λόγω αντίθεσης με το άρθρο 106 παρ. 3 του Συντάγματος
Το άρθρο 106 παρ. 3
του Συντάγματος προβλέπει «την αναγκαστική συμμετοχή (…) του Κράτους (…σε)
επιχειρήσεις (… που) έχουν χαρακτήρα μονοπωλίου ή ζωτική σημασία για την
αξιοποίηση των πηγών του εθνικού πλούτου, ή έχουν ως κύριο σκοπό την παροχή
υπηρεσιών στο κοινωνικό σύνολο.»
Σε εκτέλεση της
συνταγματικής αυτής ρύθμισης, το άρθρο 8 του Ν. 3049/2002 (ΦΕΚ Α΄
212/10.9.2002) Αποκρατικοποίηση επιχειρήσεων του Δημοσίου και άλλες διατάξεις
προβλέπει σχετικά τα εξής:
Άρθρο 8
Επιχειρήσεις
δημοσίου συμφέροντος και κοινής ωφέλειας - Ειδική Μετοχή
1. Με κοινές
αποφάσεις των Υπουργών Οικονομίας και Οικονομικών, Aνάπτυξης και του κατά
περίπτωση συναρμόδιου υπουργού: α) καθορίζονται οι αποκρατικοποιούμενες
επιχειρήσεις του Δημοσίου που παρέχουν υπηρεσίες δημοσίου συμφέροντος και
κοινής ωφέλειας, που συνδέονται με την άμυνα και ασφάλεια της χώρας, τη δημόσια
υγεία, την ενέργεια, τις μεταφορές και επικοινωνίες, τη διασφάλιση της εύρυθμης
λειτουργίας των αγορών, την εκμετάλλευση πλουτοπαραγωγών πηγών της χώρας, για
τις οποίες απαιτείται η συναίνεση του Δημοσίου στη λήψη ορισμένων στρατηγικής
σημασίας αποφάσεων,
β) περιγράφεται το
προστατευόμενο κάθε φορά αγαθό και εξειδικεύονται οι στρατηγικής σημασίας
αποφάσεις για τις οποίες απαιτείται η συναίνεση του Δημοσίου,
γ) καθορίζονται οι
προϋποθέσεις υπό τις οποίες θα παρέχεται η συναίνεση του Δημοσίου. Οι αποφάσεις
αυτές λαμβάνονται με κριτήρια σαφή και αντικειμενικά, ικανά να επιτύχουν τον
επιδιωκόμενο σκοπό, τα οποία δεν θα υπερβαίνουν το προσήκον μέτρο για την
επίτευξη του επιδιωκόμενου αποτελέσματος και θα εφαρμόζονται χωρίς διακρίσεις.
Η σιδηροδρομική
συγκοινωνία. λόγω της στρατηγικής σημασίας της για την εθνική οικονομία, αλλά
και διότι ανήκει στην κατηγορία των «μεταφορών», στην οποία ρητά αναφέρεται η
ως άνω νομοθετική ρύθμιση, δεν είναι δυνατό να ιδιωτικοποιηθεί πλήρως, σύμφωνα
με την ανωτέρω συνταγματική επιταγή. Σε κάθε περίπτωση, η μη έκδοση της
προβλεπόμενης κατά τα ανωτέρω ΚΥΑπριν από την ιδιωτικοποίηση τους συνιστά
παράβαση ουσιώδους τύπου, που άγει στην ακύρωση της προσβαλλομένης.
Η ιδιωτικοποίηση της
ΤΡΑΙΝΟΣΕ, καθιστά επισφαλείς όχι μόνο τις εργασιακές μας σχέσεις αλλά είναι
βέβαιο ότι θα οδηγήσει και σε άλλα σημαντικότερα και ιδιαίτερα αρνητικά κοινωνικοοικονομικά
αποτελέσματα όπως: α) Στον περιορισμό του συνολικού σιδηροδρομικού έργου και
συγκεκριμένα στον περιορισμό γραμμών και δρομολογίων των επιβατικών μεταφορών,
που δεν είναι ιδιαίτερα κερδοφόρες και σε όλα τα δημόσια σιδηροδρομικά
δίκτυα της Ευρώπης υποστηρίζονται και συντηρούνται από την αυξημένη
κερδοφορία των εμπορικών σιδηροδρομικών μεταφορών. β) Στην πολύ
μεγάλη αύξηση των εισιτηρίων των επιβατών, όπως έχει συμβεί σε όλες τις
περιπτώσεις ιδιωτικοποίησης δημόσιων Σιδηροδρομικών Εταιρειών (π.χ. Ηνωμένο
Βασίλειο), γεγονός που θα πλήξει τις ιδιαίτερα ευαίσθητες κοινωνικές ομάδες που
χρησιμοποιούν για τις μετακινήσεις το σιδηρόδρομο, όπως είναι οι συνταξιούχοι,
οι φοιτητές και γενικότερα οι νέοι. γ) Στην χαλάρωση των μέτρων
ασφαλείας για λόγους περιορισμού του κόστους συντήρησης και επισκευών, όπως
συνέβη με τους βρετανικούς σιδηροδρόμους, που μετά την ιδιωτικοποίησή
τους εμφάνισαν εκρηκτική αύξηση των σιδηροδρομικών ατυχημάτων. δ) Τέλος η
ιδιωτικοποίηση της ΤΡΑΙΝΟΣΕ θα έχει αρνητικές συνέπειες για το προσωπικό
αλλά και για την επιχειρηματική προοπτική της «Ελληνικής Εταιρείας
Συντήρησης Σιδηροδρομικού Τροχαίου Υλικού (Ε.Ε.Σ.Σ.Τ.Υ.) Α.Ε.», που
συστάθηκε πρόσφατα με διαχωρισμό της επισκευαστικής βάσης του ΟΣΕ, αφού ο νέος
ιδιοκτήτης της ΤΡΑΙΝΟΣΕ, που δεν θα είναι απλά κάποιος ιδιώτης αλλά μια
αλλοδαπή κρατική σιδηροδρομική εταιρεία, θα έχει τη δυνατότητα να
χρησιμοποιεί το δικό του επισκευαστικό μηχανισμό ή ακόμη πιο οικονομικά να
κάνει τη συντήρηση εκτός Ελλάδας, στην ΠΓΔΜ ή στην Βουλγαρία. Αυτό θα
στερήσει το αντικείμενο εργασίας όχι μόνο της Ε.Ε.Σ.Σ.Τ.Υ αλλά και εκατοντάδων
μικρών επιχειρήσεων που εμπλέκονται στη συντήρηση του τροχαίου σιδηροδρομικού
υλικού, θα στείλει στην ανεργία χιλιάδες εργαζόμενους και θα απαξιώσει την
τεχνογνωσία συντήρησης και επισκευής που ανάπτυξε από δεκαετίες ο ΟΣΕ
(«μητρική» εταιρεία της ΤΡΑΙΝΟΣΕ και της ΕΕΣΣΤΥ), τεχνογνωσία ιδιαίτερα μεγάλης
αξίας αν ληφθεί υπόψη ότι ο χρόνος απόσβεσης των σιδηροδρομικών μηχανών έλξης
κυμαίνεται από 30 έως 40 χρόνια.
Ενόψει των ανωτέρω
είναι φανερό ότι η ιδιωτικοποίηση της ΤΡΑΙΝΟΣΕ, η οποία σήμερα
είναι οριακά κερδοφόρα και δεν επιβαρύνει τον κρατικό προϋπολογισμό, θα
έχει αρνητική συμβολή στην προσπάθεια εξόδου από την κρίση και την προοπτική
οικονομικής ανάπτυξης διότι: α) Το ποσό της πώλησης θα
πάει κατευθείαν στο ειδικό ταμείο της ΤτΕ για τους δανειστές. β) Δεν θα
αυξηθεί η απασχόληση αλλά η ανεργία. γ) Θα οδηγήσει σε πλήρη απαξίωση και
κλείσιμο εταιρείες που δραστηριοποιούνται στην συντήρηση και επισκευή τροχαίου
σιδηροδρομικού υλικού. δ) Θα συρρικνώσει ακόμη περισσότερο το ελληνικό
σιδηροδρομικό δίκτυο.
Επειδή η παρούσα
αίτηση μας είναι νόμιμη, βάσιμη και αληθής,
ΓΙΑ ΑΥΤΟ- ΖΗΤΟΥΜΕ
Να γίνει δεκτή η
παρούσα αίτηση μας,
Να ακυρωθούν οι
προσβαλλόμενες πράξεις, όπως και κάθε άλλη συναφής πράξη της διοίκησης και
Να καταδικαστεί το
αντίδικο στην εν γένει δικαστική μας δαπάνη.
Αντίκλητους και
πληρεξούσιους δικηγόρους μας ορίζουμε τον Γιώργο Σ.Π. Κατρούγκαλο, κάτοικο
Αθήνας, οδός Π. Ιωακείμ 30-32, ΤΚ 10675, τηλ. 2106993486, 2107248551 και τον
Δήμο Α. Τσακνιά, κάτοικο Αθήνας, οδός Σόλωνος 125, ΤΚ 10678, τηλ.
2103805739, 2103838197.
Αθήνα, 22.5.2013
Ο Πληρεξούσιος
δικηγόρος
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου